Ακάλυπτη επιταγή
Με τον όρο τραπεζική επιταγή εννοούμε ένα αξιόγραφο το οποίο κατονομάζεται ρητά ως επιταγή, συντάσσεται με ορισμένο τύπο και με το οποίο ένα πρόσωπο επιτάσσει την τράπεζα να πληρώσω σε ένα τρίτο πρόσωπο ορισμένο χρηματικό ποσό σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Η κύρια εντολή πληρωμής της επιταγής αναφέρεται σε χρηματικό ποσό, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται ως χρηματόγραφο.
Ακάλυπτη επιταγή
Η επιταγή χρησιμεύει ως μέσο πληρωμής ή ως μέσο πιστώσεως;
Κατ’ αρχήν η επιταγή είναι μέσο πληρωμής, αφού ο πελάτης που είναι κάτοχος λογαριασμού σε τράπεζα και έχει οφειλή προς τρίτον, αντί να τον εξοφλήσει, καταβάλλοντάς του μετρητά, εκδίδει και εγχειρίζει σ’ αυτόν μία ισόποση με την οφειλή επιταγή, η οποία περιέχει εντολή πληρωμής προς την τράπεζα να την πληρώσει σε βάρος του λογαριασμού του. Αυτή είναι και η κύρια διαφορά επιταγής και συναλλαγματικής. Ωστόσο στις σύγχρονες ελληνικές συναλλαγές έχει παγιωθεί πλέον η τακτική της χρησιμοποιήσεως της επιταγής ως μέσο πιστώσεως. Οι συναλλασσόμενοι στηριζόμενοι στο γεγονός ότι η επιταγή επιτρέπεται να μεταχρονολογείται και δεν χαρτοσημαίνεται, εκδίδουν τις περισσότερες φορές μεταχρονολογημένες επιταγές, παρατείνοντας το κοταήμερο εμφάνισης προς πληρωμή της επιταγής, διαστρεβλώνοντας τον εκ φύσεως προορισμό της επιταγής και γεννώντας νοσηρές καταστάσεις για την οικονομία με εκτεταμένα φαινόμενα ακάλυπτων επιταγών.
Πρέπει η τραπεζική επιταγή να περιέχει αναφορά στην αιτία για την οποία έχει εκδοθεί;
Όχι. Η επιταγή είναι ένα αξιόγραφο αναιτιώδες, δηλαδή η απαίτηση που περιέχει είναι αναιτιώδης ή αφηρημένη, δηλαδή τελείως ανεξάρτητη από την αιτία της, δηλαδή τη βασική σχέση από την οποία προήλθε η απαίτηση (πχ. την πώληση ή το δάνειο). Η εντολή πληρωμής που περιέχεται στην επιταγή πρέπει να είναι απλή και καθαρή και να μην περιλαμβάνει τυχόν ρήτρες που εξαρτούν την πληρωμή από οιαδήποτε αιτία.
Η τραπεζική επιταγή μπορεί να μεταβιβαστεί με οπισθογράφηση;
Φυσικά. Η επιταγή είναι ένα «αξιόγραφο εις διαταγή».
Το χρηματικό ποσό της επιταγής πρέπει να γράφεται αριθμητικώς ή ολογράφως;
Κατ’ αρχήν το χρηματικό ποσό πρέπει να γράφεται είτε αριθμητικώς είτε ολογράφως. Ωστόσο σκόπιμο και ασφαλέστερο προς αποφυγή πλαστογραφίας είναι να γράφεται και αριθμητικώς και ολογράφως. Σε περίπτωση δε διαφοράς μεταξύ του αριθμητικώς αναγραφόμενου ποσού και του ολογράφως αναγραφόμενου ποσού, υπερισχύει η ολόγραφη γραφή. Αν πάλι το χρηματικό ποσό έχει γραφεί ολογράφως πολλαπλά και παρουσιάζει διαφορές, υπερισχύει το μικρότερο ποσό.
Είναι άκυρη η επιταγή όταν λείπει ο τόπος έκδοσης;
Κατ’ αρχήν όχι, δεδομένου ότι η έλλειψη ρητής αναγραφής του τόπου έκδοσης αναπληρώνεται από τον τόπο που αναγράφεται δίπλα από το όνομα του εκδότη, ο οποίος συνιστά ταυτόχρονα και τόπο έκδοσης και τόπο κατοικίας του. Αν ωστόσο δε σημειώνεται τίποτα δίπλα από το όνομα του εκδότη, τότε σ’ αυτήν την περίπτωση η επιταγή θεωρείται άκυρη.
Είναι άκυρη η επιταγή, όταν δεν σημειώνεται ο χρόνος έκδοσής της;
Ναι. Σ’ αυτήν την περίπτωση η επιταγή είναι άκυρη.
Τι συμβαίνει στην περίπτωση που λείπουν ένα ή περισσότερα από τα τυπικά στοιχεία της επιταγής;
Στην περίπτωση που μία επιταγή είναι ατελής κατά την έκδοσή της συνιστά λευκή επιταγή, η οποία μπορεί να συμπληρωθεί εκ των υστέρων κατά συμφωνία των μερών.
Πότε λήγει μία επιταγή;
Η επιταγή είναι αξιόγραφο όψεως, γεγονός που σημαίνει ότι λήγει πάντα «εν όψει», δηλαδή με την εμφάνιση της επιταγής στην τράπεζα, ανεξάρτητα από τον χρόνο έκδοσης και τον χρόνο λήξεως της επιταγής.
Πότε πρέπει να γίνει η εμφάνιση μίας επιταγής στην τράπεζα προς πληρωμή;
Η εμφάνιση μίας επιταγής στην τράπεζα προς πληρωμή κατ’ αρχήν πρέπει να γίνει στη σύντομη προθεσμία των οκτώ (8) ημερών, η οποία εκκινεί από την επομένη ημέρα του χρόνου έκδοσης που αναγράφεται στο σώμα της επιταγής. Ωστόσο επιεδή η επιταγή είναι αξιόγραφο όψεως, ο κομιστής μπορεί να εμφανίσει την επιταγή στην τράπεζα προς πληρωμή ανά πάσα στιγμή, ακόμη δηλαδή και πριν τη χρονολογία που αναγράφεται στο σώμα της.
Τι συμβαίνει στην περίπτωση που η επιταγή δεν εμφανιστεί στην τράπεζα προς πληρωμή από τον κομιστή της εντός της προβλεπόμενης νόμιμης προθεσμίας;
Κατ’ αρχήν η παραμέληση της προθεσμίας αυτής δεν εμποδίζει την πληρωμή. Δηλαδή η τράπεζα (ο πληρωτής) δικαιούται να πληρώσει και μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Ωστόσο ο εκδότης μετά την παρέλευση του οκταημέρου μπορεί να ανακαλέσει την επιταγή, οπότε η τράπεζα δε δύναται πλέον να πληρώσει. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο κομιστής χάνει τα αναγωγικά δικαιώματά του κατά των υπογραφέων της επιταγής, ωστόσο υπάρχουν άλλες νομικές βάσεις στις οποίες μπορεί να στηριχθεί για να διεκδικήσει την απαίτησή του.
Τι σημαίνει δίγραμμη επιταγή;
Η δίγραμμη επιταγή έχει το χαρακτηριστικό ότι φέρει δύο παράλληλες γραμμές στην εμπρόσθια όψη της. Πρακτικά όταν συμβαίνει αυτό, η επιταγή δεν μπορεί να πληρωθεί σε οποιονδήποτε τρίτο κομιστή (όπως οι λοιπές επιταγές) αλλά είναι πληρωτέα σε τραπεζίτη ή σε πελάτη του πληρωτή και μόνον.
Τι συμβαίνει σε περίπτωση που δεν ικανοποιηθεί η απαίτηση από επιταγή; Πώς ικανοποιείται ο κομιστής μίας ακάλυπτης επιταγής;
Ο κομιστής του αξιογράφου μπορεί: α) να ζητήσει την έκδοση διαταγής πληρωμής (ΚΠολΔ 623-634), η οποία συνιστά την απλούστερη, ταχύτερη και οικονομικότερη διαδικασία, αφού εντός ολίγων ημερών εφοδιάζει τον κομιστή του αξιογράφου με εκτελεστό τίτλο, παρακάμπτοντας οιαδήποτε ακροαματική διαδικασία ενώπιον Δικαστηρίου, β) να εγείρει αγωγή κατά την ειδική διαδικασία εκδικάσεως διαφορών από πιστωτικούς τίτλους (ΚΠολΔ 635-646) -εν προκειμένω λαμβάνει χώρα κανονικός δικαστηριακός αγώνας, οπότε η διαδικασία είναι λιγότερο απλή και ταχεία και γ) να εγείρει αγωγή κατά την τακτική διαδικασία. Επίσης η έκδοση ακάλυπτης επιταγής, εκτός από αστική ευθύνη, επισύρει και ποινική ευθύνη, αφής η έκδοση ακάλυπτης επιταγής συνιστά ποινικό αδίκημα.